Skip to main content

Αγροτικός τομέας… ώρα μηδέν: Η Ελλάδα σε κρίση

18 Μαρτίου 2022

Με τον Ρωσο-Ουκρανικό πόλεμο σε εξέλιξη έχουν έρθει κυριολεκτικά τα «πάνω κάτω». Το κόστος παραγωγής αποτελεί το μεγάλο βαρίδιο για κάθε παραγωγικό κλάδο. Το κόστος ενέργειας είναι κεντρικό θέμα συζήτησης σε κάθε Ευρωπαϊκό και όχι μόνο «τραπέζι».

Η κρίση αυτή, έρχεται να φέρει στην επιφάνεια και άλλο ένα θέμα, αυτό της διατροφικής επάρκειας. Από την εποχή της πανδημίας και μετά βλέπουμε διαρκείς ανατιμήσεις στα τρόφιμα και κυρίως σε αυτά που χαρακτηρίζονται πρώτης ανάγκης. Μετά το ξέσπασμα του πολέμου, ο ρυθμός αύξησης της αξίας αυτών, μεγαλώνει δραματικά.

Ο δείκτης τιμών για τα τρόφιμα παρακάτω επιβεβαιώνει την παραπάνω παραδοχή.

Με άνοδο 8,5%, ο κλάδος των φυτικών ελαίων ήταν ο πιο ισχυρός παράγοντας στη διαμόρφωση του δείκτη τιμών τροφίμων. Οι τιμές για το φοινικέλαιο, τη σόγια και το ηλιέλαιο αυξήθηκαν λόγω της πτώσης της παραγωγής και των προβλέψεων για τις εξαγωγές. Όσον αφορά το ηλιέλαιο, ο ρωσικός πόλεμος στην Ουκρανία επηρέασε ήδη τις τιμές τον Φεβρουάριο, καθώς και οι δύο χώρες είναι σημαντικοί παραγωγοί.

Η ρωσική εισβολή ανέβασε επίσης τις τιμές για τα δημητριακά, ιδιαίτερα το σιτάρι, αλλά παρά το νέο ρεκόρ, οι συνέπειες της σύγκρουσης αναμένεται να είναι πλήρως ορατές στις τιμές χονδρικής των τροφίμων από τον Μάρτιο – Απρίλιο και για τους επόμενους μήνες. Οι έμποροι θα απορροφήσουν ένα μέρος της αύξησης αυτής, πριν τα προϊόντα αυτά φτάσουν στους τελικούς καταναλωτές, ωστόσο σίγουρα οι αυξήσεις τιμών στην χονδρική, θα επηρεάσουν περαιτέρω την αύξηση του λογαριασμού στο σούπερ μάρκετ.

Αν συνυπολογίσει κανείς ότι οι εξαγωγές στα σιτηρά από τις δύο χώρες σε πόλεμο θα περιοριστούν στο ελάχιστο, με δεδομένο ότι είναι από τις μεγαλύτερες σιτοπαραγωγές χώρες, αλλά και εμπορικοί κόμβοι τροφίμων, καταλαβαίνει κανείς πόσο πιο δραματικό γίνεται όλο αυτών.

Η Ρωσία και η Ουκρανία αποτελούν περίπου το 25% της παγκόσμιας αγοράς σίτου, το 20% της αγοράς καλαμποκιού και το 80% των εξαγωγών ηλιέλαιου.

Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα έχει σπάσει ρεκόρ 25ετίας! στο 7,2%, φτωχοποιώντας τους Έλληνες καθώς μειώνει μέρα με τη μέρα την αγοραστική τους δύναμη. Φυσικά, κύρια αιτία της αύξησης αυτής είναι οι αυξημένες τιμές των καυσίμων και όπως φαίνεται, δύσκολα θα ανακοπεί η αύξηση αυτή του πληθωρισμού.

Η κυβέρνηση αναζητά επιδοματικούς τρόπους ενίσχυσης των πολιτών και των επιχειρήσεων. Επιδόματα ή μείωση του κόστους παραγωγής;

Το δίλημμα είναι:

1ον Επιδοτείς την κατανάλωση ρίχνοντας επιδόματα στην αγορά;

ή

2ον Μειώνεις το κόστος καυσίμων (μείωση ΕΦΚ);

Στην 1η  περίπτωση βοηθάμε τους καταναλωτές να αγοράσουν προϊόντα (τα υπάρχοντα προϊόντα), ενώ δε βοηθάμε καθόλου τις παραγωγικές επιχειρήσεις αλλά και τους παραγωγούς γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων να συνεχίσουν να παράγουν, οπότε η προσφορά προϊόντων αναπόφευκτα θα μειωθεί και θα αυξηθεί περαιτέρω η τιμή των προϊόντων, με μακροπρόθεσμη μείωση εκ νέου της αγοραστικής ικανότητας των καταναλωτών (νέες πληθωριστικές τάσεις).

Στη 2η περίπτωση μειώνεται το κόστος παραγωγής, χάνει το κράτος πόρους από τον ΕΦΚ προσωρινά (προσωρινά γιατί όταν το καύσιμο θα είναι φθηνό, η ζήτηση του θα κρατηθεί ψηλά, άρα και η κατανάλωση), ωστόσο αυξάνεται η παραγωγική ικανότητα των παραγωγικών επιχειρήσεων, γεωργικών εκμεταλλεύσεων και λοιπών παραγωγικών κλάδων, με αποτέλεσμα την αύξηση προσφοράς των παραγόμενων προϊόντων, με ότι συνεπάγεται αυτό στις τιμές τους, οι οποίες και τελικά θα κρατηθούν χαμηλά. Η μείωση του ΕΦΚ μπορεί να διατηρηθεί, για όσο διαρκεί η κρίση, μέχρι να επανέλθει μια κάποια ηρεμία στην αγορά.

Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν και είναι προβληματισμοί παγκόσμιοι, εμείς εδώ στην Ελλάδα συζητάμε, αναλύουμε διερωτόμαστε τι τελικά θα κάνουμε. Δυστυχώς όμως ο χρόνος αυτή τη φορά δεν είναι με το μέρος μας. Στην περίπτωση του κορωνοϊού κερδίσαμε χρόνο με τα Lockdowns ώστε οι γιατροί, ερευνητές να κάνουν τη δουλειά τους και να βρουν τις αντίστοιχες θεραπείες, εμβόλια, κλπ , αντιθέτως εδώ δεν έχουμε χρόνο και αυτό γιατί η παραγωγική ικανότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Το κάθε προϊόν δε, έχει την εποχή σποράς του, συγκεκριμένη εποχή καλλιεργητικών φροντίδων, συγκομιδής, κλπ, και όσο περνούν οι μέρες χάνονται οι ημερομηνίες των παρεμβάσεων αυτών.

Για να συνεχίσουν όμως να παράγουν όσοι ασχολούνται με την παραγωγή θα πρέπει να ΜΠΟΡΟΥΝ και να παράγουν. Δυστυχώς τα κόστη παραγωγής στο γεωργικό τομέα (ενέργεια, εισροές) έχουν εκτοξευθεί με αποτέλεσμα πολλά πλέον αγροτεμάχια να παραμένουν άσπαρτα ή υπολιπασμένα. Όσοι ερχόμαστε σε επαφή με τους παραγωγούς μαθαίνουμε καθημερινά τέτοιες περιπτώσεις και πλέον δεν είναι σενάριο για το τι θα συμβεί… Συμβαίνει ήδη!

Όσο και να θέλουμε να μιλάμε για μέτρα και ότι και αν σκέφτονται να κάνουν οι πολιτικοί άρχοντες κάθε χώρας, μέχρι αυτά να μεταφραστούν σε «κεφάλαιο – χρήμα» και να φθάσουν στο ταμείο του παραγωγού, θα έχει χαθεί χρόνος και μάλλον και η παραγωγική χρονιά. Άμεσα αποτελέσματα καλώς ή κακώς θα έχει η μείωση του ΕΦΚ, αποτελέσματα όχι μόνο για τις γεωργικές επιχειρήσεις αλλά για όλες τις παραγωγικές επιχειρήσεις της χώρας.

Άλλες λύσεις που προτείνονται με μεσοπρόθεσμα οφέλη είναι:

1. Επιδότηση επί των τιμολογίων στην αγορά λιπασμάτων, μια επιδότηση που θα πρέπει να υπολογιστεί με αναδρομική ισχύ από το Φθινόπωρο του 2021

2. Κατάργηση του 5% ακαλλιέργητων εκτάσεων που ορίζει το πρασίνισμα της υφιστάμενης ΚΑΠ. Το 2022 θα πρέπει να καλλιεργηθεί κάθε διαθέσιμο στρέμμα καλλιεργούμενης έκτασης ώστε να αυξηθεί η παραγωγική ικανότητα της χώρα μας.

4. Επιδότηση στους λογαριασμούς ρεύματος των γεωτρήσεων, το νερό των οποίων προορίζεται προς άρδευση αγροτεμαχίων. Το νερό είναι καταλύτης στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων και στην αύξηση παραγωγικότητας των αγροτεμαχίων. Η μεγάλη αύξηση του ρεύματος αναγκάζει τους παραγωγούς να μην ποτίσουν όσο απαιτείται τα αγροτεμάχια τους.

5. Μείωση φορολογικού συντελεστή αγροτικού εισοδήματος άμεσα, με σκοπό την άμεση ανακούφιση των γεωργών μας και την προσέλκυση νέων επιχειρηματιών στον κλάδο.

6. Διασφάλιση αποθεμάτων  βασικών διατροφικών προϊόντων στη χώρα μας με περιορισμό των εξαγωγών (το εφαρμόζει ήδη η Ουγγαρία στα σιτηρά της).

Μπορεί στην κρίση του COVID-19 να είχαν τον κύριο λόγο οι Γιατροί και οι Νοσηλευτές, στη διατροφική κρίση αυτή τον κύριο λόγο θα πρέπει να τον έχουν καλώς ή κακώς οι Γεωπόνοι και οι Παραγωγοί Γεωργικών και Κτηνοτροφικών προϊόντων.

Περουλάκης Ιωάννης
Γεωπόνος Αγροτικής Οικονομίας, MBA
Σύμβουλος Επιχειρήσεων Τροφίμων και Γεωργίας


Τελευταία άρθρα